Από μικρή θυμάμαι να δυσκολεύομαι, να μην ταιριάζω, να προσπαθώ συνεχώς να μοιάσω σε κάποιον. Θυμάμαι ότι δεν ήμουν πολύ ομιλητική και ήθελα να γίνω. Ζήλευα τα άλλα κορίτσια που ήταν πιο “ξεπεταγμένα” ενώ εγώ ήμουν ντροπαλή. Είχα θυμό και νεύρα για τον εαυτό μου, από μικρό παιδί. Θα μπορούσες να με πεις κακομαθημένο, σήμερα πιστεύω ότι δεν έγινα ποτέ πραγματικά αποδεκτή από εμένα και έτσι ακόμα και σήμερα φοβάμαι τους ανθρώπους και ειδικά όσους με πλησιάζουν πολύ. Για χρόνια επικρατούσε ο φόβος.
Φόβος που εκφραζόταν με αποφυγή και ξεσπάσματα θυμού στους “δικούς¨ μου ανθρώπους.
Τώρα που πήγα στο χωριό, συνάντησα το Χρηστάκη, ένιωσα μια αγάπη και μια περηφάνεια για τότε που τον υποστήριξα. Παράλληλα όμως με πλημμύρισε ένα αίσθημα μετάνοιας. Συγκινήθηκα, θυμήθηκα ότι τον είχα υποστηρίξει όμως με τον καιρό τον άφησα.. Δε πίστεψα σε αυτόν ούτε σε μένα και θέλησα να είμαι με τους δήθεν κουλ.. Ήθελα να τον πάρω μια αγκαλιά, να του ζητήσω συγνώμη. Δεν το έκανα, απλά όταν τον συνάντησα αργότερα στη καφετέρια τον χαιρέτησα και του τα είπα όλα με τα μάτια.. Ξέρω ότι η ψυχή του με άκουσε, όπως η δική μου ένιωσε χαρά εκείνη τη στιγμή που ειλικρινά τον χαιρέτησα και χάρηκα που είναι καλά.
Γιατί μας νοιάζει τόσο πολύ η γνώμη των άλλων, κοντινών και μη… Έτσι μεγαλώσαμε ή έτσι είμαστε φτιαγμένοι? Αφού μας νοιάζει η γνώμη των άλλων γιατί θυσιάζουμε τη συμπόνια στη δήθεν μαγκιά…